Σχέσεις εξ' αποστάσεως





σχεσεις εξ αποστασεως..σχέσεις με προγραμμα , με προκαθορισμένη την εξελιξη σε μεγαλο ποσοστο. Σχέσεις με διαρκεια οχι τοσο στο πραγματικο τους μερος, οσο στο φαντασιωσικο.σχέσεις ασφαλείας, σαν ενα δίχτυ που μας προστατευει από την "πτωση".

σχέσεις εντονες , ανολοκληρωτες γι αυτο και τοσο ερεθιστικες, που ακομα κι αν βλεπεις τον αλλον μια στο τοσο, παιρνεις ικανοποιηση με το κουταλακι του γλυκου.. σα φαρμακο.. για ν αντεξεις μεχρι την επομενη φορα..

Τις εχουμε αναγκη, οσοι τις εχουμε; Ναι, για να τις κανουμε θα τις εχουμε. Αλλοιως θα βρισκαμε καποιους κοντινους προορισμους..που ομως μας φανταζουν τοσο σαρωτικοι που δεν θα τους αντεχαμε..σαν να φορας ενα ζευγαρι μαγεμενα κοκκινα παπουτσια και να ησουν αναγκασμενος και καταδικασμενος συνεχεια να χορευεις..μεχρι να εξοντωθεις..

σχεσεις εξ αποστασεως..εξιδανικευμενες απο την αποσταση. Ποτε να προλαβεις να απομυθοποιησεις τον αλλον.. ο χρονος του σαβατοκυριακου η των κοινων διακοπων δεν αρκει.. κι ετσι παραμενουμε "ιδανικοι κι αναξιοι εραστες των μακρισμενων θαλασσών και των γαλαζιων πόντων" σε ενα κατ' εξοχην ναρκισσιστικο και προφυλαγμενο σκηνικο..

Στα μέτρα μας και τις αντοχές μας.

Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νυχτα




Χτες πήγα θέατρο. Την περιμενα πως και πως αυτη τη μερα, και παρολες τις αντιξοότητες, τελος καλό, ολα καλα..


Εξαιρετικη παρασταση, με σεβασμο στο θεατη, πραγμα που το ήξερα εξ αρχης..


Ενα απο τα τελευταια έργα του Ευγένιου Ο' Νηλ, καθαρα αυτοβιογραφικό, που μας μιλαει για τις σχεσεις μιας οικογένειας. Η αγάπη και το μισος που νιωθουν τα μελη της, τα αδιεξοδα και οι χαμενες ελπίδες, τα λάθη, οι σιωπές, η εμμονή στην αρνηση της πραγματικοτητας, η εμμονή στο φαινεσθε κι οχι στο ειναι, οι μεταπτώσεις οταν η πραγματικοτητα τους αναγκαζει με το ζορι να δουν την αληθεια τους χωρις να τους δινει διεξοδα να κανουν πως δεν υπαρχει, δινει στο εργο μια άλλη αξια διαχρονική..


Δεν ειναι κατι που αφορα μονο σ αυτην την οικογενεια. Συμβαινει τοσο συχνα που κατανταει εκνευριστικο. Καθε θεατης, θ' αναγνωρισει "κομματια" του και θα ταυτιστει με τους πρωταγωνιστες. 4 ανθρωποι, τοσο δεμενοι μα και τοσο ξενοι. Ο καθενας φυλακισμενος στο δικό του κύκλο βιωνει τις δραματικες αλλαγες και τα αδιεξοδα τα προσωπικα του και των άλλων. Αγγελοι και διαβολοι την ιδια στιγμη. Αυτος που προσφέρει, την ιδια στιγμη αναιρειται σκιζοντας τον αλλον, καταλογιζοντας του τις δικες του αποτυχιες, φορτωνοντας ετσι τους αλλους, με τα δικα του κομμάτια.


Εξιλέωση; Ελπίδα; οχι. Πουθενα δεν βλεπουμε εστω και μια χαραμαδα φωτος.

Μονη διεξοδος, το πιοτο, η μορφινη, κι η ομιχλη.

Η ομίχλη που σε ολο το εργο ειναι πανταχου παρούσα, - δεν την βλεπουμε αλλα τη ζουμε μεσα απο το στομα της μητερας, οταν την επικαλειται για να τη γλυτωσει απο τη θεα των αλλων..και ασφαλως από την πραγματικοτητα. Ολοι την ξερουν την πραγματικοτητα τους. Κι ολοι την αρνουνται κανοντας σαν να μη τους αφορα.Η ομιχλη λειτουργει σαν αμυντικο τειχος, προστατευει κι απομακρυνει.


4 ανθρωποι. 4 ιστορίες. 4 πορείες. 4 κυκλοι που μπαινουν-βγαινουν ο ενας στον αλλον και παρολα αυτα ειναι μονοι. 4 ανθρωποι που αγαπούν κι αγαπιούνται με λάθος τροπο. Που ξεσκιζονται και ξεσκιζουν.


Είναι η προσωπικη ιστορια του συγγραφέα την οποια οταν τελειωσε την κλειδωσε σ ενα συρταρι αρνουμενος να τη ξαναδει μεχρι το θανατο του. Τον καταλαβαινω απόλυτα. Δεν αντεχεις να "ξαναζησεις" ολον αυτον το σπαραγμό. Και θελει πολλη δυναμη να παραδεχτεις την αληθεια οπως ειναι. Χωρις αλκοολ, χωρις ομιχλες, χωρις μορφινες.. Γυμνη, ασκημη και λυτρωτική.. Γι αυτον που την αντεχει..




Θεατρο Απλό

Σκηνοθεσία: Αντώνης Αντύπας

Παίζουν οι ηθοποιοί: Δημήτρης Καταλειφός, Ράνια Οικονομίδου, Αλκης Κούρκουλος, Κώστας Βασαρδάνης, Σοφία Καλεμκερίδου.

Τα κατακάθια μιας μέρας




H Κριστίνε εκλεισε την πόρτα πισω της και εσφιξε τα χειλη της. Ο παγωμενος αέρας αντι να την ηρεμησει την εκνευρισε που της επαιρνε το καπελλο κι εκανε τα μαλλια της να μπερδευονται.

Περπαταει γρηγορα και τα τακουνια της χτυπουν ρυθμικα πανω στο πλακοστρωτο, δινοντας ρυθμο στις σκεψεις της,.

Αν δεν τον συμπαθουσε τοσο πολυ, σιγουρα θα εκανε σκανδαλο μεσα στο καφέ , χαστουκιζοντας τον. Συγκρατηθηκε ομως, και δεν αφησε τιποτα να φανει στο προσωπο της. Αυτο εμεινε ηρεμο, χαμογελαστο, ενω μεσα της το ηφαίστειο εβραζε.

Τα ματια της τσουζανε απο τα δακρυα που ανεβηκαν χωρις να τα προσκαλεσει και το μυαλο της δουλευε με χιλιες στροφες. παντα ετσι δουλευει οταν την νευριαζουν.

Ναι θα τον χαστουκιζε ευχαριστως. Ηθελε να τον κανει να την "δει". Τον ακουγε μες στ αυτια της να της αναλυει το ονειρο της, να χαιδευει μια-μια τις λεξεις , την ωρα που εβγαιναν απο το στομα του , στρογγυλες , ολοσωστες, βγαλμενες καμπανιστά κι αβιαστα , αναπνεοντας απο την κοιλια οπως κανουν τα μωρα και οι μυημενοι στην ορθοφωνια, και σκεφτηκε: Αν δεν ενιωθα τοσο θυμωμενη (αλήθεια γιατι); θα πρεπε να διασκεδαζω μ αυτα που ακουω.

Το ονειρο της ηταν δικο της και του το αφησε μεσα στα χέρια του. Και της το επέστρεψε, μεσα σ ενα πακέτο, ντυμενο με μωβ φιογκο. Το μωβ τη νευριαζει, εκτος κι αν ειναι ενα μελλοντικό τραγουδι του Λάιου, η το μυριζει στις πασχαλιες του επιταφιου. Ποτέ αλλοτε.

Δεν την πειραξε που δεν ταυτιστηκαν οι ερμηνειες τους. Ξερει καλα οσο εκεινος, πως αυτο ηταν απο μονο του αυθαιρετο. Την ενοχλησε που αποφασισε ερημην της. Για εκεινην ηταν ηδη ξεκαθαρο τι σημαινε. Ναι εχασε το λουσατο 4x4. Ομως κρατησε το τιμόνι. Χωρις αυτο, το τζιπ ειναι ενα τιποτα. ενα κουφάρι. Εκεινη το ερμηνευσε πως αφησε να κυλισει πισω της η παλια της ζωη, κρατωντας ομως ακεραιο τον εαυτο της. το τιμονι της. Κι ο μπατσος, ηταν το "μεσο" για να το υλοποιησει. Και δεν την νοιαζει που δεν παει πια ουτε στο περιπτερο με το αυτοκινητο.. Εχει 2 πόδια που μπορουν να την πανε οπου θελει η καρδια της.

Χωρις να το καταλαβει φτανει στο σπιτι της. Στεκεται μπρος στον καθρεφτη του χωλ, βγαζοντας την καρφιτσα του καπέλου της. Σωριαζει στην μπερζερα το παλτο της και βγαζει τα γαντια της. Βγαζει προσεχτικα το καπελο, και τραβαει μηχανικα μια μια τις φουρκετες που συγκρατουσαν τοση ωρα τον χαμηλο στον αυχενα κοτσο της. Τα μαλλια της πεφτουν στους ωμους της ελευθερα. Εβγαλε το φουστανι της κι εμεινε να κοιτιεται γυμνη μπροστα στον καθρεφτη.

-Τα σκατωσες παλι ειπε στο ειδωλο της.

Γιατι αντι να σαι μες στην αρνηση (κι αυτη δεν ειχε ιδεα τοτε- μετα εμαθε τι σημαινει να σαι στο σταδιο της αρνησης), δεν του πες οσα ηθελες να του πεις; Δεν εχει νοημα , ηταν ηδη παρμένη η απόφαση από καιρο, της ειπε ο εαυτος της κι εκεινη αναψε τη μεγαλη λαμπα και περασε στο σαλονι.

Κατι ειχε αλλαξει στο σαλονι.. ηταν ενα σαλονι απο το μελλον.. ενα μεγαλο δωματιο, παραγωνο, με ενα παραθυρο και μια μπαλκονοπορτα που βλεπει σ ενα παρκο με ψηλα δεντρα, με 2 δερματινους καναπεδες, με πινακες του βαρλαμου και του Μυταρα στους τοιχους, βαμμενο σε χρωματα ζεστα, ο ενας τοιχος πιο εντονος οι αλλοι να φερνουν το ίσο. Βιβλια παντου, αντικειμενα διαλεγμενα κι αγαπημενα κι ενα χειροποιητο χαλι στο πατωμα. Το σπιτι της .

Πανω στον καναπε υπαρχουν αφημενα καδρα. Α ! τα εφερε , μονολογησε.. Τα πηρε στα χερια της, πρωτα τις μικρες κορνιζες, μετα τα μεγαλα καδρα.. Η ζωη της μεσα απο φωτογραφιες. Χαμογελουσε. Πηρε μια φωτογραφια, αυτη στα 12, μια αλλη ,μμμ ωραιο κοριτσακι ησουν, και τις εβαλε στη βιβλιοθηκη. Εμεινε ενα μεγαλο καδρο. Αυτο με τους γονεις της. Το πηρε στα χερια της και χαιδεψε το τζαμι του. Τους κοιταξε σοβαρα με τη συγκινηση που θα ενιωθε αν εβλεπε εκεινο το θρυλικο ζευγαρι του πολέμου την ωρα που δινουν Το Φιλί.

Αραγε αν κρεμουσα τα καδρα θα χαλουσα την αισθητικη του χωρου;- μονολογησε. Περασε στο μεγαλο διαδρομο που ενωνει την κρεβατοκαμαρα της με τα μπροστινα δωματια. Εδω θα τα βαλω ολα. στον διαδρομο. και τοσο καιρο σκεφτομουν τι να κανω να μη φαινονται τοσο αδειοι οι τοιχοι.. -εσκασε στα γελια. Θα φτιαξω μια απρομαυρη πινακοθηκη και θα ναι κι ωραια ;) . Ενθουσιασμενη περασε στο σαλονι της. Βολευτηκε στον καναπε και πηρε το λαπτοπ της αγκαλια. Το ανοιξε και αρχισε να γραφει:

Αγαπημενε μου Κ,
Ευχαριστω για το μειλ σου ... παντα χαιρομαι να σε διαβαζω και να σε απολαμβανω... Σ ευχαριστω που με βοηθησες να βρω το πιο ταιριστο μερος να κρεμασω τα καδρα μου.. Αυτα μονο μου εμεναν και το σπιτι μου πια ειναι έτοιμο...γεματο.

............ εκλεισε το λαπτοπ και σηκωθηκε, τα γυμνα της πόδια εσπρωξαν κατι στο πατωμα. Εσκυψε και επιασε στα χερια της μια καρφιτσα.. Λατρευει τις καρφιτσες αλλα αυτη ηταν απο μια αλλη εποχη.. Τοτε που αγαπουσε την art nouveau και γελουσε και νευριαζε μεσα σε καφέ , που μοσχομυριζαν αχνιστό καφέ και λαχταριστα στρούντελ. Ηταν μια καρφιτσα του Rene Lalique, μια γυναικα-πεταλουδα.

Ανοιξε παλι το λαπ της και συνεχισε το μειλ εκει που το ειχε αφησει..

Καληνυχτα σου Κ, αυτη η καρφιτσα ειναι για σενα, στη χαριζω , σου ανηκει..

Δική σου,

χ

ο ί σ τ ρ ο ς




Χουζούρικα στα πόδια του

Ο εκτυπωτής ξερνούσε σελίδες Α4

Κι εκείνος έπαιρνε τις σελίδες και της τις έδινε
Κοίτα κι αυτό..

Αμίλητη ταξίδευε ανάμεσα στις γραμμές .

Τα χαρτιά στοίβες στο πάτωμα.

2 άνθρωποι γοητευμένοι , παραδομένοι από το ταξίδι των λέξεων

Εξω από το παράθυρο ένα ασημένιο περιστέρι, αδιάφορο
Μένει ακίνητο στα κλαδιά του πεύκου,

Κι εκείνη, χουζούρικα ακουμπάει το κεφάλι της πάνω του, βολεμένη ανάμεσα στ ανοιχτά του πόδια . Μια αυθάδικη αχτίνα ήλιου σέρνεται ανάμεσά τους. Τη διώχνει από τα μάτια της. Τα χείλη της την ακολουθούν, όπου κάθεται . Υγρά φιλιά μένουν πίσω σαν ίχνη . Να μη χάσει το μονοπάτι.


Ο εκτυπωτής σιώπησε. Οι σελίδες στο πλάι της.

Τα πόδια του την φυλακίζουν σφιχτά ανάμεσα τους.
Ταξίδεψε με με τη φωνή σου τη διέταξε.

Αρχισε να διαβάζει δυνατά. Η φωνή της γέμισε το δωμάτιο:

«αν με αγαπήσεις θα μου προσφερθείς, κι αν μου προσφερθείς θα τιμήσω την αγάπη σου»

Το περιστέρι πέταξε στη φωλιά του. Η φωνή της βάθυνε. Είναι επιτέλους σπίτι της.



__________________

Δεν έχω τίποτα




Δεν έχω τίποτα

Σταθηκα μπροστα του
με περιμενε
το ηξερε πως θα ερθω.

Γυμνωθηκα
και του παρεδωσα τα ρουχα μου
τα απλωσα στο πατωμα
και ξαπλωσα με ορθανοιχτα τα ποδια
επανω τους.

Δεν εχω τιποτα δικο μου
τα χερια του αγγιζουν το κορμι μου
χωνονται βαθεια μεσα μου
μ εξερευνουν
Εισχωρουν στο μυαλο μου
Ανοιγουν δρομο
το χερι του σκαλιζει
ανακαλυπτει χαμενα κομματια μου
που ουτε ηξερα πως υπαρχουν
αναμεσα σε σκονη και βρωμια
αναμεσα σε πατημενες επιθυμιες
και ξεχασμενους κοσμους.

Ουρλιαζω απο τον πόνο
Ουρλιαζω απο την καυλα
Ουρλιαζω απο το ξεσκισμα του μεσα μου
κλαιω και χυνω.

κι ησυχαζω

και παυω να παλευω
τον εαυτο μου
τη φυση μου

Δεν εχω τιποτα

Τα μαζεψα όλα
προσεχτικα ένα-ένα
τα κρατησα σφιχτα στα χερια μου
τα φιλησα
και τ αφησα να πεσουν μεσα στα δικα του

Ειμαι επιτελους ελεύθερη


Γυμνη


με τις αισθησεις μου αναγεννημενες
με ενα αιδοιο υγρο να τον περιμενει

Μια καρδια ολανοιχτη


κι ενα μυαλο αχορταγο να μαθει


να γεμισει απο Αυτον.



Δεν εχω τιποτα δικο μου
Εχω τα παντα


Ο,τι εχει επιθυμησει ποτέ γυναίκα